FAQs About the word reluctantly

Απρόθυμα

with reluctanceIn a reluctant manner.

Διστακτικά,απρόθυμα,αδιάφορα,απαθής,απροσωπόληπτα,με αδιαφορία,Αδιάφορα,επιπόλαια

ανυπόμονα,με ενθουσιασμό,διεγερμένα,ζωηρά,τρελά,άπληστα,ανυπόμονα,έντονα,με ενθουσιασμό,θερμά

reluctant => απρόθυμος, reluctancy => απροθυμία, reluctance => απροθυμία, reluct => απροθυμία, relucent => λαμπερός,