FAQs About the word eagerly

ανυπόμονα

with eagerness; in an eager mannerIn an eager manner.

άπληστα,με ενθουσιασμό,διεγερμένα,ανυπόμονα,έντονα,ζωηρά,θερμά,φανατικά,τρελά,έξαλλα

απαθής,Αδιάφορα,επιπόλαια,Απρόθυμα,αδιάφορα,Διστακτικά,απροσωπόληπτα,χλιαρά,απρόθυμα,ψυχρά

eager beaver => Εργατικό μυρμήγκι, eager => πρόθυμος, eadwig => Έαντουιγκ, eadweard muybridge => Έαντβερντ Μάιμπριτζ, eadish => παθιασμένος,