FAQs About the word crackly

τραγανός

inclined to crackle

εύθραυστος,Κροκαλένια,τραγανό,τραγανός,εύθρυπτος,τραγανός,τραγανός,φολιδωτός,Τραγανός,τραγανός

ελαστικός,ευέλικτος,εύκαμπτος, εύπλαστος,ανθεκτικός,εύκαμπτος, εύπλαστος,δυνατός,γερός,σκληρός

crackled => τριγμένη, cracking up => ξεκαρδίζομαι, cracking down (on) => καταστολή (σε), cracking (on) => σκάσιμο (επί), crackhead => άτομο εθισμένο στο crack,