FAQs About the word embrittled

εύθραυστος

to become brittle, to make brittle

εύθραυστος,Κροκαλένια,κοντός,τραγανό,τραγανός,εύθρυπτος,ασταθής,φολιδωτός,εύθραυστος,εύθρυπτος

ελαστικός,ευέλικτος,ανθεκτικός,δυνατός,εύκαμπτος, εύπλαστος,εύκαμπτος, εύπλαστος,γερός,σκληρός

embrangling => μπλέκεται, embrangled => Μπερδεμένος, embraceable => αγκαλιάζω, embowering => σκιερός, embowered => σκιασμένος,