FAQs About the word crackled

τριγμένη

craze sense intransitive 2, sparkle, effervescence, to show animation, to crush or crack with snapping noises, to make small sharp sudden repeated noises, a net

τρίζει,σφύριξε,θρόισμα,σιγόβραζε,Στάζει,έκανε κλικ,θόρυβος,έκανε κλικ,ραγισμένο,ζαρωμένος

No antonyms found.

cracking up => ξεκαρδίζομαι, cracking down (on) => καταστολή (σε), cracking (on) => σκάσιμο (επί), crackhead => άτομο εθισμένο στο crack, crackerjacks => Κράκερ-τζάκς,