Greek Meaning of caucus
Κόμμα
Other Greek words related to Κόμμα
- συνεργάτης
- Σύμμαχος
- κλαμπ
- συνεργαστώ
- ομοσπονδιακός
- ενοποίηση
- συγκαλώ
- συνεργάζομαι
- Ζευγάρι
- συγκεντρώνω
- συναντώ
- συγχώνευση
- συναρμολογώ
- συνεργάτης
- ενώνωμαι
- δέσμη
- συγκρότημα
- συγκεντρώνω
- ενώνω
- σύζυγος
- Σύγκλιση
- Ομοσπονδιακό
- συνεργάζομαι
- ενταχθούν
- συνάντηση
- ενωθείτε
- συλλέγω
- συγκεντρωθείτε
- Συμπύκνωμα
- συγκεντρώνομαι
- συγκεντρώνομαι
- επανασυναρμολογώ
- συγκαλώ εκ νέου
- ξανασυγκεντρώνω
- ξανασυναντήσετε
Nearest Words of caucus
- caucused => συμμετείχαν σε κομματικές συνελεύσεις
- caucusing => Συνάντηση κοινοβουλευτικής ομάδας
- cauda => ουρά
- cauda galli => αγριάδα
- caudad => ουραίος
- caudal => ουραίος
- caudal anaesthesia => Καυδαλική αναισθησία
- caudal anesthesia => Καυδαλιανής αναισθησία
- caudal appendage => ουραίο εξάρτημα
- caudal block => Κεφαλικός αποκλεισμός
Definitions and Meaning of caucus in English
caucus (n)
a closed political meeting
caucus (v)
meet to select a candidate or promote a policy
caucus (n.)
A meeting, especially a preliminary meeting, of persons belonging to a party, to nominate candidates for public office, or to select delegates to a nominating convention, or to confer regarding measures of party policy; a political primary meeting.
caucus (v. i.)
To hold, or meet in, a caucus or caucuses.
FAQs About the word caucus
Κόμμα
a closed political meeting, meet to select a candidate or promote a policyA meeting, especially a preliminary meeting, of persons belonging to a party, to nomin
συνεργάτης,Σύμμαχος,κλαμπ,συνεργαστώ,ομοσπονδιακός,ενοποίηση,συγκαλώ,συνεργάζομαι,Ζευγάρι,συγκεντρώνω
αναχωρείν,αφήνω,απογειώνω,χωρισμός,διαλύω,διασπείρω,αποσυνδέω,διχάζω,χωρίζω,διαχωρίζω
caucasus mountains => Καύκασος, caucasus => Καύκασος, caucasoid => Καυκασοειδής, caucasic => καυκάσιος, caucasian walnut => καρύδι,