Greek Meaning of bumpkinly

αδέξιος

Other Greek words related to αδέξιος

Definitions and Meaning of bumpkinly in English

Wordnet

bumpkinly (s)

awkwardly simple and provincial

FAQs About the word bumpkinly

αδέξιος

awkwardly simple and provincial

κλόουν,χωριάτης,αμόρφωτος,Παρτάλι,επαρχιακός,χωριάτης,ρουστίκ,χωριάτης,παχύδερμος,αγροίκος

κοσμοπολίτης,Κοσμοπολίτης,εκλεπτυσμένος,μητροπολίτης,αδιάβροχο,σμούθι,προαστιώτης,σμούθι,Αστός, Αστού

bumpkin => χωριάτης, bumping => συγκρούοντας, bumpiness => Ανεπάλεια, bumph => υλικό, bumper-to-bumper => προφυλακτήρα με προφυλακτήρα,