Greek Meaning of budgetary
προϋπολογισμικός
Other Greek words related to προϋπολογισμικός
Nearest Words of budgetary
- budget items => Στοιχεία προϋπολογισμού
- budget for => Προϋπολογισμός για
- budget deficit => δημοσιονομικό έλλειμμα
- budget cut => περικοπή προϋπολογισμού
- budget => Προϋπολογισμός
- budgerygah => παπαγαλάκι
- budgerow => σκάφος
- budgerigar => κοκατίλ
- budgereegah => παπαγαλάκι της Αυστραλίας
- budger => budgerigar
Definitions and Meaning of budgetary in English
budgetary (a)
of or relating to a budget
FAQs About the word budgetary
προϋπολογισμικός
of or relating to a budget
κατάθεση,Ταμείο,αποταμιεύσεις,λογαριασμός,συλλογή,γατάκι,αυγό στη φωλιά,πισίνα,περιουσιακά στοιχεία,τραπεζικός λογαριασμός
δαπανηρός,αγαπητέ/αγαπητή,ντελούξ,ακριβός,υψηλός,φουσκωμένο,πολύτιμος,premium,ακριβός,πολύτιμος
budget items => Στοιχεία προϋπολογισμού, budget for => Προϋπολογισμός για, budget deficit => δημοσιονομικό έλλειμμα, budget cut => περικοπή προϋπολογισμού, budget => Προϋπολογισμός,