Greek Meaning of brutalizing

βιαιοπραγία

Other Greek words related to βιαιοπραγία

Definitions and Meaning of brutalizing in English

Webster

brutalizing (p. pr. & vb. n.)

of Brutalize

FAQs About the word brutalizing

βιαιοπραγία

of Brutalize

απάνθρωπος,ταπεινωτικό,δηλητηρίαση,Ζωώδης,κτηνωδία,μολυσματική,διεφθαρμένος,έκλυτος,εξευτελιστικός,εξευτελιστικός

τροποποίηση,τιμητικός,Βελτιούμενος,καθαρισμός,αξιοπρεπές,υψώνω,καθαριστικός,σεβόμενος,Αποκατάσταση,ανυψωτικός

brutalized => βαρβαρωμένος, brutalization => απανθρωπισμός, brutality => Ωμότητα, brutalities => Ωμότητες, brutalism => ωμότητα,