Greek Meaning of blowup
έκρηξη
Other Greek words related to έκρηξη
- έκρηξη
- πυροτεχνήματα
- κατάλληλο
- Μανία
- φου
- έκρηξη
- αντίδραση
- Σκηνή
- Ξέσπασμα οργής
- αναταραχή
- περισπασμός
- έκρηξη
- θυμός
- σφυριγμός
- κρίση θυμού
- υστερία
- οργή
- Μάστιγα
- κρίση
- καταιγίδα
- ταμπεραμέντο
- αναταραχή
- Θυμός
- χολή
- Σπασμοί
- Πιτυρίδα
- παραλήρημα
- εκλάμψει
- οργή
- φουρόρε
- καμπούρα
- αγανάκτηση
- οργή
- οργή
- Υπόσταση
- Ξανθόχρους
- παροξυσμός
- Κατοικίδιο
- κάνει μούτρα
- ανέβαινω
- διαμάχη
- Σπασμός
- σπλήνας
- κατσούφιασμα
- μελαγχολία
- αναταραχή
- οργή
- οργή
Nearest Words of blowup
Definitions and Meaning of blowup in English
blowup (n)
a violent release of energy caused by a chemical or nuclear reaction
an unrestrained expression of emotion
a photographic print that has been enlarged
FAQs About the word blowup
έκρηξη
a violent release of energy caused by a chemical or nuclear reaction, an unrestrained expression of emotion, a photographic print that has been enlarged
έκρηξη,πυροτεχνήματα,κατάλληλο,Μανία,φου,έκρηξη,αντίδραση,Σκηνή,Ξέσπασμα οργής,αναταραχή
εσωτερική έκρηξη
blowtube => Φυσούνα, blowtorch => Φλόγιστρο, blowth => φύσημα, blowsy => φουσκωμένος, blowse => μπλούζα,