Greek Meaning of dander
Πιτυρίδα
Other Greek words related to Πιτυρίδα
- οργή
- Μνησικακία
- χολή
- φου
- αγανάκτηση
- οργή
- ευερεθιστότητα
- Εξοργισμός
- διαταραχή
- Κατοικίδιο
- δυσαρέσκεια
- αναταραχή
- Θυμός
- τρίβω
- δυσφορία
- δυσαρέσκεια
- δυσφορία
- διαταραχή
- οργή
- ευερεθιστότητα
- ερεθισμός
- εκνευρισμός
- εκνευρίζω
- Μνησικακία
- ευερεθιστότητα
- πρόβλημα
- αναστατωμένος
- επιδείνωση
- επιθετικότητα
- Ενόχληση
- ενοχλώ
- Εκνευρισμός
- απογοήτευση
- θλίψη
- πιπ
- εκνευρισμός
Nearest Words of dander
Definitions and Meaning of dander in English
dander (n)
small scales from animal skins or hair or bird feathers that can cause allergic reactions in some people
a feeling of anger and animosity
dander (n.)
Dandruff or scurf on the head.
Anger or vexation; rage.
dander (v. i.)
To wander about; to saunter; to talk incoherently.
FAQs About the word dander
Πιτυρίδα
small scales from animal skins or hair or bird feathers that can cause allergic reactions in some people, a feeling of anger and animosityDandruff or scurf on t
οργή,Μνησικακία,χολή,φου,αγανάκτηση,οργή,ευερεθιστότητα,Εξοργισμός,διαταραχή,Κατοικίδιο
ευχαρίστηση,ευχαρίστηση
dandelion green => Πράσινα τσίπουρα, dandelion => πικραλίδα, dancy => χορευτής, dancing-master => Καθηγητής χορού, dancing school => Σχολή χορού,