FAQs About the word bespattering

λερώνοντας

of Bespatter

κορεστικός,μούλιασμα,πιτσίλισμα,πιτσίλισμα,πιτσίλισμα,λουτρό,αριστοκρατικός,βροχή,πνιγμός.,ψεκασμός

No antonyms found.

bespattered => πιτσιλισμένος, bespangling => λαμπερός, bespangled => κεντημένο με πούλιες, bespangle => στολίζω, bespake => bespoke,