Greek Meaning of belauded

επαινεμένος

Other Greek words related to επαινεμένος

Definitions and Meaning of belauded in English

belauded

to praise usually to excess

FAQs About the word belauded

επαινεμένος

to praise usually to excess

χειροκρότησε.,γλυκόλογος,Βουτυρωμένο,επαινέθηκε,συνεχάρη,κολακευμένος,Ηρωολατρεία,μελωμένος,μελένιος,μασάζ

υποτιμούσε,κατακρίθηκε,αποσβέσιμο,υποτιμημένος,βάλω κάτω,Κακός

belatedness => καθυστέρηση, belabors => Ξαναλέει τα ίδια και τα ίδια, beings => όντα, being partial to => Έχω προτίμηση, being out of breath => Ασθμαίνων,