Greek Meaning of beings
όντα
Other Greek words related to όντα
- πουλιά
- Πλάσματα
- παιδιά
- Άνθρωποι
- άτομα
- ζωές
- άνδρες
- άνθρωποι
- souls: ψυχές
- πράγματα
- Μωρά
- σώματα
- χαρακτήρες
- μπισκότα
- πελάτες
- διάβολοι
- πάπιες
- αυγά
- πρόσωπα
- ψάρια
- Άνθρωποι
- θνητοί
- κόμματα
- χαρακτήρες
- προσωπικότητες
- scouts
- ταξινομεί
- δείγματα
- όντα
- Σώματα
- αδελφοί
- αδέρφια
- Διασημότητες
- συνανθρώπους
- συντρόφοι
- κεφάλια
- ανθρωπίδες
- χούμους
- ανθρωποειδή
- Γείτονες
- εαυτούς
- γουρούνια
- υιοί του ανθρώπου
- σκληροί
Nearest Words of beings
- being partial to => Έχω προτίμηση
- being out of breath => Ασθμαίνων
- being friends with => Είμαι φίλος με
- being (to) => είναι (για)
- being (as or as how or that) => είναι (ως ή ως πώς ή αυτό)
- beholds => βλέπει
- behind bars => πίσω από τα σίδερα
- behests => εντολές
- behemoths => Βεεμώθ
- behaviors => συμπεριφορές
Definitions and Meaning of beings in English
beings
the totality of existing things, person, present, something that actually exists, conscious existence, the state of having life or existence, since, because, personality, the qualities that constitute an existent thing, a living thing, the quality or state of having existence, one that exists in fact or thought, something that is conceivable and hence capable of existing, human being
FAQs About the word beings
όντα
the totality of existing things, person, present, something that actually exists, conscious existence, the state of having life or existence, since, because, pe
πουλιά,Πλάσματα,παιδιά,Άνθρωποι,άτομα,ζωές,άνδρες,άνθρωποι,souls: ψυχές,πράγματα
ζώα,Θηρία,οι κτήνη,πλάσματα,θηρία
being partial to => Έχω προτίμηση, being out of breath => Ασθμαίνων, being friends with => Είμαι φίλος με, being (to) => είναι (για), being (as or as how or that) => είναι (ως ή ως πώς ή αυτό),