Greek Meaning of bods

Σώματα

Other Greek words related to Σώματα

Definitions and Meaning of bods in English

bods

body, fellow, guy

FAQs About the word bods

Σώματα

body, fellow, guy

σώματα,Πλάσματα,παιδιά,ζωές,άνδρες,άνθρωποι,πράγματα,Μωρά,όντα,πουλιά

ζώα,Θηρία,οι κτήνη,πλάσματα,θηρία

bodkins => βελόνα, bodements => θεμέλιο, bobs => Μπόμπ, bobby-soxers => Μπόμπι σόκερς, bobby-soxer => έφηβη,