Greek Meaning of beating (down)

ξύλο

Other Greek words related to ξύλο

Definitions and Meaning of beating (down) in English

beating (down)

No definition found for this word.

FAQs About the word beating (down)

ξύλο

χαμογελαστός,φωτεινό,Περιβάλλον,Φωτισμός,ακτινοβόλος,λαμπερός,λουτρό,φλογερός,φωτεινό,φωτοστέφανος

μαύρισμα,σκοτείνιασμα,μείωση φωτεινότητας,σκοτεινός,κάλυψη,βαρετός,κατάσβεση,αποπροσανατολιστικός,βάζω έξω,σκλήρυνση

beaters => χτυπητήρια, beat the pants off => ξυλοφορτώνω κάποιον, beat the drum (for) => Χτυπώ το τύμπανο (για), beat the drum (for or about) => Χτυπώντας το τύμπανο (για ή γύρω από), beat one's brains out (about) => βασανίζω το μυαλό μου με κάτι,