Greek Meaning of unriddled

άλυτος

Other Greek words related to άλυτος

Definitions and Meaning of unriddled in English

unriddled

to make understandable, to find the explanation of

FAQs About the word unriddled

άλυτος

to make understandable, to find the explanation of

απάντησε,Επιλεγμένο,Λύθηκε,ξετυλιγμένο,κατέληξε,ραγισμένο,αποφάσισε,αποκρυπτογραφημένο,ντοπαρισμένο (έξω),κατάλαβε

αμυδρό,συννεφιασμένος,μπερδεμένος,μπερδεμένος,θαμπός,συγκεχυμένος

unrevolutionary => μη επαναστατικός, unrestrainedness => αχαλίνωτος, unrestful => ανήσυχος, unreservedness => ειλικρίνεια, unremittingly => αδιάκοπα,