Greek Meaning of teammate

συμπαίκτης

Other Greek words related to συμπαίκτης

Definitions and Meaning of teammate in English

Wordnet

teammate (n)

a fellow member of a team

FAQs About the word teammate

συμπαίκτης

a fellow member of a team

συμμαθητής,Συνάδελφος,φίλος,συνάδελφος,συνεργάτης,φίλος,ομοσπονδία,Συνεργάτης,σύντροφος,Συμπατριώτης

No antonyms found.

teaming => η ομαδική εργασία, teamed => ομαδική, team up => συνεργάζομαι, team teaching => Ομαδική διδασκαλία, team sport => Ομαδικό άθλημα,