Greek Meaning of steering
διεύθυνση
Other Greek words related to διεύθυνση
- διοίκηση
- έλεγχος
- κατεύθυνση
- Διακυβέρνηση
- μόλυβδος
- Ηγεσία
- διαχείριση
- παρακολούθηση
- πλοήγηση
- αστυνόμευση
- τρέξιμο
- βοσκός
- φροντίδα
- στρατηγικό αξίωμα
- κυβέρνηση
- καθοδήγηση
- τήρηση
- παρατήρηση
- παρατηρώντας
- εποπτεία
- κανονισμός
- διαχείριση
- εποπτεία
- επίβλεψη
- επιτήρηση
- Αιγίδα
- υπό την αιγίδα
- χρέωση
- επιτροπεία
- ηγεσία
- Προστασία
- βασιλεία
- Κανόνας
- επιθεώρηση
- επιτροπεία
- κηδεμονία
Nearest Words of steering
- steering committee => επιτροπή καθοδήγησης
- steering gear => Σύστημα διεύθυνσης
- steering linkage => σύνδεσμος τιμονιού
- steering mechanism => μηχανισμός διεύθυνσης
- steering system => Σύστημα διεύθυνσης
- steering wheel => Τιμόνι
- steersman => τιμονιέρης
- stefan wyszynski => Στέφαν Βισίνσκι
- stefan zweig => Στέφαν Τσβάιχ
- steffens => Στέφενς
Definitions and Meaning of steering in English
steering (n)
the act of guiding or showing the way
the act of setting and holding a course
the act of steering a ship
FAQs About the word steering
διεύθυνση
the act of guiding or showing the way, the act of setting and holding a course, the act of steering a ship
διοίκηση,έλεγχος,κατεύθυνση,Διακυβέρνηση,μόλυβδος,Ηγεσία,διαχείριση,παρακολούθηση,πλοήγηση,αστυνόμευση
επόμενος,με καθυστέρηση,Περίπατος με το σκύλο,καταδίωξη,σκιαγράφηση,ουρά,γλέντια πριν το παιχνίδι
steerer => Κοτσάνι τιμονιού, steerageway => πηδάλιο, steerage => τρίτη θέση, steerable => ελέγξιμος, steer roping => Δέσιμο ταύρου,