Greek Meaning of oversight
εποπτεία
Other Greek words related to εποπτεία
- διοίκηση
- έλεγχος
- κατεύθυνση
- Διακυβέρνηση
- κυβέρνηση
- χειρισμός
- διαχείριση
- λειτουργία
- διαχείριση
- επίβλεψη
- φροντίδα
- χρέωση
- συμπεριφορά
- καθοδήγηση
- Ηγεσία
- προεδρία
- κανονισμός
- τρέξιμο
- εποπτεία
- επιθεώρηση
- Αιγίδα
- σύστημα
- επιμέλεια
- Μηχανική
- στρατηγικό αξίωμα
- επιτροπεία
- διοίκηση
- φύλαξη
- γύρος
- εφοδιασμός
- χειραγώγηση
- Προστασία
- Κυριαρχία
- φύλαξη
- εμπιστοσύνη
- κηδεμονία
- Νοσοκομειακό τμήμα
Nearest Words of oversight
Definitions and Meaning of oversight in English
oversight (n)
an unintentional omission resulting from failure to notice something
management by overseeing the performance or operation of a person or group
a mistake resulting from inattention
oversight (n.)
Watchful care; superintendence; general supervision.
An overlooking; an omission; an error.
Escape from an overlooked peril.
FAQs About the word oversight
εποπτεία
an unintentional omission resulting from failure to notice something, management by overseeing the performance or operation of a person or group, a mistake resu
διοίκηση,έλεγχος,κατεύθυνση,Διακυβέρνηση,κυβέρνηση,χειρισμός,διαχείριση,λειτουργία,διαχείριση,επίβλεψη
ακρίβεια,ορθότητα,ακρίβεια,ακρίβεια,ακρίβεια,αυστηρότητα,αλάθητο,τελειότητα,ακρίβεια,απαραίτητος
overside => πάνω από το πλοίο, overshot => υπερβολικός, overshooting => Υπερχείλιση, overshoot => Υπέρβαση, overshoe => γαλότσα,