Greek Meaning of small-mindedly
μικρόψυχα
Other Greek words related to μικρόψυχα
Nearest Words of small-mindedly
- small-minded => μικρόψυχος
- small-leaved linden => Φιλύρα μικρόφυλλη
- small-leaved lime => Φλαμούρι με μικρά φύλλα
- smallish => μικρός
- smallholding => αγρόκτημα
- smallholder => μικροκαλλιεργητές
- small-grained => λεπτόκοκκος
- small-fruited => μικροκαρπία
- small-for-gestational-age infant => Μωρό μικρό για την ηλικία κύησης
- smalleye hammerhead => Σφυροκέφαλος με μικρά μάτια
- smallmouth => Στενόστομος
- smallmouth bass => Μικρόστομο μπάσο
- smallmouth black bass => Μαύρος μπάσος με μικρό στόμα
- smallmouthed bass => Λούτσος μικρόστομος
- smallmouthed black bass => Μπαλάς μικρόστομος
- smallness => μικρότητα
- small-particle pollution => Ρύπανση από αιωρούμενα σωματίδια
- smallpox => Ευλογιά
- smallpox virus => Ιός της ευλογιάς
- smalls => μικροαντικείμενα
Definitions and Meaning of small-mindedly in English
small-mindedly (r)
in a narrow-minded manner
FAQs About the word small-mindedly
μικρόψυχα
in a narrow-minded manner
Φανατικός,συντηρητικός,Αντιφιλελεύθερος,δυσανεκτός,στενός,Τετράγωνος,προκατειλημμένος,επαρχιακός,Ακίνητος,νησιωτικός
ακραίο,φιλελεύθερος,προοδευτικός,ριζοσπαστικός,ανεκτικός,Μεγάλο πνεύμα,αμερόληπτος,ανοιχτόμυαλος,αντικειμενικός,Στόχος
small-minded => μικρόψυχος, small-leaved linden => Φιλύρα μικρόφυλλη, small-leaved lime => Φλαμούρι με μικρά φύλλα, smallish => μικρός, smallholding => αγρόκτημα,