Greek Meaning of refereeing
διαιτησία
Other Greek words related to διαιτησία
Nearest Words of refereeing
- reference => παραπομπή
- reference book => Βιβλίο αναφοράς
- reference frame => Σύστημα αναφοράς
- reference grid => πλέγμα αναφοράς
- reference manual => Εγχειρίδιο αναφοράς
- reference point => σημείο αναφοράς
- reference system => σύστημα αναφοράς
- reference work => Βιβλίο αναφοράς
- referenced => ειπωμένο
- referendary => εισηγητής
Definitions and Meaning of refereeing in English
refereeing (n)
the act of umpiring
FAQs About the word refereeing
διαιτησία
the act of umpiring
κρίνοντας,διαιτητικός,αποφασίζοντας,υπισχνόμενος,κρίνοντας,κατακάθιση,Διαιτησία,κρίση,δεδομένου ότι,ακρόαση
Εμπλοκή,χαμηλότερα πατώματος,Αμφίβολος,βεβαιολογώ
referee => Διαιτητής, referable => παραπομπής, refer => Αναφέρω, refel => αντανακλαστικό, refectory table => Τραπέζι εστιατορίου,