FAQs About the word umpiring

Διαιτησία

of Umpire

κρίνοντας,διαιτητικός,αποφασίζοντας,υπισχνόμενος,κρίνοντας,διαιτησία,κατακάθιση,κρίση,δεδομένου ότι,ακρόαση

Εμπλοκή,χαμηλότερα πατώματος,Αμφίβολος,βεβαιολογώ

umpireship => διαιτησία, umpired => διαιτητής, umpire => διαιτητής, umpirage => Διαιτησία, ump => ουμπ,