Greek Meaning of quadriplegia
Τετραπληγία
Other Greek words related to Τετραπληγία
Nearest Words of quadriplegia
- quadriphyllous => τετραφύλλου
- quadriphonic system => Τετραφωνικό σύστημα
- quadriphonic => τετραφωνικός
- quadripennate => τετράπτερος
- quadripartition => Τετραμερισμός
- quadripartitely => τετραμερής
- quadripartite => τετραμερής
- quadripara => τετράτοκος
- quadrinominal => τετραώνυμο
- quadrinomical => τετραγωνικό
Definitions and Meaning of quadriplegia in English
quadriplegia (n)
paralysis of both arms and both legs
FAQs About the word quadriplegia
Τετραπληγία
paralysis of both arms and both legs
Διπληγία,Αναπηρία,ημιπληγία,ανικανότητα,Παραπληγία,Παράλυση,αδυναμία,ασθένεια,χωλότητα,Σπαστική παράλυση
κινητικότητα,αίσθηση,κινητικότητα
quadriphyllous => τετραφύλλου, quadriphonic system => Τετραφωνικό σύστημα, quadriphonic => τετραφωνικός, quadripennate => τετράπτερος, quadripartition => Τετραμερισμός,