Greek Meaning of quacksalver
τσαρλατάνος
Other Greek words related to τσαρλατάνος
- απατεώνας
- ψεύτικος
- απάτη
- ψεύτικος
- προσποιητής
- τσαρλατάνος
- απάτη
- ηθοποιός
- τσαρλατάνος
- πλαστογράφος
- πλαστογράφος
- φτωχός
- απατεώνας
- μούφα
- Παραπλανητικός
- Τσαρλατάνος
- τελεστής
- ψεύτικη
- κουδούνι
- πιο κοφτερός
- Μπλόφας
- μιμητής
- απατεώνας
- απατεώνας
- απατεώνας
- Μιμητής
- Προσποιητής
- μιμητής
- κομπιναδόρος
- απατεώνας
- μαρκαδόρος
- Διαπεραστικός
- εκδορέας
- απατεώνας
- απατεώνας
- απατεώνας
Nearest Words of quacksalver
Definitions and Meaning of quacksalver in English
quacksalver (n.)
One who boasts of his skill in medicines and salves, or of the efficacy of his prescriptions; a charlatan; a quack; a mountebank.
FAQs About the word quacksalver
τσαρλατάνος
One who boasts of his skill in medicines and salves, or of the efficacy of his prescriptions; a charlatan; a quack; a mountebank.
απατεώνας,ψεύτικος,απάτη,ψεύτικος,προσποιητής,τσαρλατάνος,απάτη,ηθοποιός,τσαρλατάνος,πλαστογράφος
άσσος,ικανός,αυθεντία,κράκατζακ,ειδικός,μαέστρος,κύριος,Παρελθοντολόγος,επαγγελματίας,βιρτουόζος
quack-quack => κουάκ-κουάκ, quackling => παπάκι, quackled => quackled, quackle => Παπαρίζω, quackism => Φαρμακεία,