FAQs About the word deceiver

απατεώνας

someone who leads you to believe something that is not trueOne who deceives; one who leads into error; a cheat; an impostor.

τσαρλατάνος,πλαστογράφος,ψεύτικος,Μπλόφας,πλαστογράφος,Δίπλωπος,ψεύτικος,απάτη,ψεύτικη,προσποιητής

Ειλικρινές άτομο,ειλικρινής άνθρωπος

deceived => εξαπατημένη, deceive => εξαπατώ, deceivably => παραπλανητικά, deceivableness => απάτη, deceivable => απατηλός,