Greek Meaning of pretty (up)
όμορφο (πάνω)
Other Greek words related to όμορφο (πάνω)
- στολίζω
- διακοσμώ
- Πίνακας
- Ομορφαίνω
- έμβλημα
- Κατάστρωμα
- κάνω
- επισκευάζω
- στολίζομαι
- Δραπέτο
- φόρεμα
- στολίζω
- Φλέγω
- ανάγλυφο
- εμπλουτίζω
- διακόσμηση
- γιρλάντα
- Γαρνιτούρα
- χάρις
- στολίζω
- διακόσμηση
- Χρώμα
- Διακόσμηση
- λάμψη
- στολίζω
- κόλπο
- διακοσμώ
- στολίζω
- Αφεντικό
- Πλεξούδα
- φωτίζω
- επιτραχήλιο
- καταδίωξη
- διαμάντι
- Ντύνομαι
- κεντώ
- στολίζω
- Φτερό
- σχήμα
- φιλέτο
- ανανεώνω
- κρόσσια
- γιρλάντα
- Πολύτιμος λίθος
- επιχρυσωμένος
- κρέμασμα
- μαργαριταρένιος
- μαργαριτάρι
- επανάληψη
- κορδέλα
- έξυπνος
- παγίδα
- στεφάνι
- Εξοπλίζω με αξεσουάρ
Nearest Words of pretty (up)
- pretty boy => όμορφο αγόρι
- prettying (up) => στολισμός
- prettyish => ωραίος
- prevail (on or upon) => επικρατώ (πάνω ή επί)
- prevail (over) => επικρατώ
- prevail (upon) => επικρατώ (σε)
- prevailed => επικράτησε
- prevailed (on or upon) => επικράτησε (επί ή επί)
- prevailed (over) => επικράτησε (πάνω από)
- prevailed (upon) => επικρατούσε (σε)
Definitions and Meaning of pretty (up) in English
pretty (up)
No definition found for this word.
FAQs About the word pretty (up)
όμορφο (πάνω)
στολίζω,διακοσμώ,Πίνακας,Ομορφαίνω,έμβλημα,Κατάστρωμα,κάνω,επισκευάζω,στολίζομαι,Δραπέτο
Γυμνός,παραμορφώνω,Οθόνη,εκθέτω,ουλή,αποκαλύπτω,ουλή,απλοποιήστε,χαλάω,βελτιστοποιώ
pretties => οι πιο όμορφες, prettied (up) => ωραιότερο (πάνω), pretexts => προσχήματα, pretest => προεξέταση, pretermitting => παράλειψη,
![rightside-image](https://ezeedictionary.com/assests/images/rightside.gif)
![rightside](https://ezeedictionary.com/assests/images/rightside.gif)