FAQs About the word popping (in)

Ποπ

ερχόμενος,ερχόμενος,περνάω,πτώση,Τρέξιμο,εισέρχομαι,που σταματά (δίπλα ή σε),επισκέπτης,εισβάλλω (μέσα),κλήση

No antonyms found.

poppets => κούκλες, popped off => ξεπήδησε, popped (in) => εμφανίστηκε, popped => σκασμένος, poppas => πατέρας,