Greek Meaning of playacting
υποκριτική
Other Greek words related to υποκριτική
- Πράξη
- γρίφος
- πρόσοψη
- πρόσοψη
- μασκαράτα
- Πόζα
- Πρόφαση
- Πρόφαση
- Δείχνω
- αέρας
- εμφάνιση
- Μανδύας
- μεταμφίεση
- πρόσοψη
- μπροστά
- προσποίηση
- απόδοση
- πρόσωπο
- απεικόνιση
- δικαιολογία
- βάζω
- Ομοιότητα
- μανιέρα
- προδοσία
- καμουφλάζ
- χρώμα
- απάτη
- εξαπάτηση
- προσποιούμενος
- εξαπάτηση
- διπλοπροσωπία
- Διπλωματία
- Διπλότητα
- δικαιολογία
- απιστία
- πλαστό
- ψευτιά
- αναλήθεια
- απάτη
- Γυαλάδα
- δόλος
- εικόνα
- Απιστία
- απάτη
- προδοσία
- προδοσία
Nearest Words of playacting
Definitions and Meaning of playacting in English
playacting (n)
the performance of a part or role in a drama
FAQs About the word playacting
υποκριτική
the performance of a part or role in a drama
Πράξη,γρίφος,πρόσοψη,πρόσοψη,μασκαράτα,Πόζα,Πρόφαση,Πρόφαση,Δείχνω,αέρας
ειλικρίνεια,Ειλικρίνεια,ειλικρίνεια ,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ευθύτητα,αφέλεια,ειλικρίνεια
playact => Υποδύομαι ρόλο, playable => Παιζόμενο, playa => plágia (πλαγιά), play up => δυναμώστε τον ήχο, play tricks => να γελάει || να κάνει φάρσες ,