Greek Meaning of pictorially
εικαστικά
Other Greek words related to εικαστικά
- έκδοση
- ενημερωτικό δελτίο
- φύλλο
- ολισθηρός
- συμπλήρωμα
- ταμπλόιντ
- Φανζίν
- ετήσιος
- δίμηνο
- βιβλίο
- πλαϊνό
- δελτίο
- καθημερινός
- χωνεύω
- επιπλέον
- ημερολόγιο
- μαγ
- περιοδικό
- μηνιαίως
- εφημερίδα
- περιοδικό
- τριμηνιαίος
- σειρά
- καρτέλα
- εβδομαδιαία
- ετήσιο βιβλίο
- περιοδικό μικρής κυκλοφορίας
- Ενημερωτικό περιοδικό
- φανζίν
- δεκαπενθήμερο
- ημερήσιος
- εφημερίδα της κυβερνήσεως
- όργανο
- χαρτί
- πανί
- κριτική
- ημιμηνιαίο
- δίμηνος
- τρις εβδομαδιαίος
- Εβδομαδιαία
Nearest Words of pictorially
Definitions and Meaning of pictorially in English
pictorially (r)
in a pictorial manner
FAQs About the word pictorially
εικαστικά
in a pictorial manner
έκδοση,ενημερωτικό δελτίο,φύλλο,ολισθηρός,συμπλήρωμα,ταμπλόιντ,Φανζίν,ετήσιος,δίμηνο,βιβλίο
σκοτεινός, -ή, -ό,ασαφής,απροσδιόριστος,ασαφής,ασαφής,σκιαγραφημένος,ασαφές,ασαφής,ασαφής,Θολό
pictorial representation => Εικονογραφική αναπαράσταση, pictorial matter => Εικονογραφικό υλικό, pictorial => εικονογραφικός, pictor => ζωγράφος, pictographic => εικονικός,