Greek Meaning of journal
ημερολόγιο
Other Greek words related to ημερολόγιο
- βιβλίο
- περιοδικό
- εφημερίδα
- περιοδικό
- δελτίο
- εφημερίδα της κυβερνήσεως
- μαγ
- ενημερωτικό δελτίο
- όργανο
- χαρτί
- πανί
- κριτική
- σειρά
- ετήσιο βιβλίο
- φανζίν
- ετήσιος
- δίμηνο
- δεκαπενθήμερο
- καθημερινός
- χωνεύω
- ημερήσιος
- έκδοση
- Φανζίν
- περιοδικό μικρής κυκλοφορίας
- μηνιαίως
- Ενημερωτικό περιοδικό
- εικονογραφικός
- τριμηνιαίος
- ημιμηνιαίο
- δίμηνος
- φύλλο
- συμπλήρωμα
- καρτέλα
- ταμπλόιντ
- τρις εβδομαδιαίος
- εβδομαδιαία
Nearest Words of journal
- journal bearing => Υδροσκοπικό ρουλεμάν
- journal box => κουτί περιοδικού
- journalese => δημοσιογραφικός λόγος
- journalism => δημοσιογραφία
- journalist => Δημοσιογράφος
- journalistic => δημοσιογραφικός
- journalistically => δημοσιογραφικά
- journalist's privilege => προνόμιο δημοσιογράφου
- journalize => Εφημερίζω
- journalized => καταχωρημένο
Definitions and Meaning of journal in English
journal (n)
a daily written record of (usually personal) experiences and observations
a periodical dedicated to a particular subject
a ledger in which transactions have been recorded as they occurred
a record book as a physical object
the part of the axle contained by a bearing
journal (a.)
Daily; diurnal.
A diary; an account of daily transactions and events.
A book of accounts, in which is entered a condensed and grouped statement of the daily transactions.
A daily register of the ship's course and distance, the winds, weather, incidents of the voyage, etc.
The record of daily proceedings, kept by the clerk.
A newspaper published daily; by extension, a weekly newspaper or any periodical publication, giving an account of passing events, the proceedings and memoirs of societies, etc.
That which has occurred in a day; a day's work or travel; a day's journey.
That portion of a rotating piece, as a shaft, axle, spindle, etc., which turns in a bearing or box. See Illust. of Axle box.
FAQs About the word journal
ημερολόγιο
a daily written record of (usually personal) experiences and observations, a periodical dedicated to a particular subject, a ledger in which transactions have b
βιβλίο,περιοδικό,εφημερίδα,περιοδικό,δελτίο,εφημερίδα της κυβερνήσεως,μαγ,ενημερωτικό δελτίο,όργανο,χαρτί
No antonyms found.
jouncing => σκούντημα, jounced => σκίρτησε, jounce => σκουντάω, joule's law => Νόμος του Τζάουλ, joule's cycle => Κύκλος Ζουλ,