Greek Meaning of journalist
Δημοσιογράφος
Other Greek words related to Δημοσιογράφος
- Ανταποκριτής
- ρεπόρτερ
- εκφωνητής
- εκπομπός
- Αρθρογράφος
- Σχολιαστής
- δημοσιογράφος
- Δημοσιογράφος
- παρουσιαστής ειδήσεων
- παρουσιαστής ειδήσεων
- Παρουσιάστρια
- διορθωτής
- συντάκτης
- πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών
- δημοσιογράφοι αποκαλύψεως
- Παρουσιαστής ειδήσεων
- κυνηγός ειδήσεων
- εφημεριδογράφος
- Δημοσιογράφος
- Δημοσιογράφος
- φωτορεπόρτερ
- τυπογράφος
- Αθλητικογράφος
- προσωπικό
Nearest Words of journalist
- journalistic => δημοσιογραφικός
- journalistically => δημοσιογραφικά
- journalist's privilege => προνόμιο δημοσιογράφου
- journalize => Εφημερίζω
- journalized => καταχωρημένο
- journalizing => καταχώρηση
- journey => ταξίδι
- journey cake => Ταξιδιωτική πίτα
- journey-bated => κουρασμένος από το ταξίδι
- journeyed => ταξίδεψε
Definitions and Meaning of journalist in English
journalist (n)
a writer for newspapers and magazines
someone who keeps a diary or journal
journalist (n.)
One who keeps a journal or diary.
The conductor of a public journal, or one whose business it to write for a public journal; an editorial or other professional writer for a periodical.
FAQs About the word journalist
Δημοσιογράφος
a writer for newspapers and magazines, someone who keeps a diary or journalOne who keeps a journal or diary., The conductor of a public journal, or one whose bu
Ανταποκριτής,ρεπόρτερ ,εκφωνητής,εκπομπός,Αρθρογράφος,Σχολιαστής,δημοσιογράφος,Δημοσιογράφος,παρουσιαστής ειδήσεων,παρουσιαστής ειδήσεων
No antonyms found.
journalism => δημοσιογραφία, journalese => δημοσιογραφικός λόγος, journal box => κουτί περιοδικού, journal bearing => Υδροσκοπικό ρουλεμάν, journal => ημερολόγιο,