Greek Meaning of newsletter
ενημερωτικό δελτίο
Other Greek words related to ενημερωτικό δελτίο
- ετήσιος
- δελτίο
- έκδοση
- περιοδικό
- μηνιαίως
- εφημερίδα
- περιοδικό
- τριμηνιαίος
- εβδομαδιαία
- ετήσιο βιβλίο
- δίμηνο
- δεκαπενθήμερο
- βιβλίο
- καθημερινός
- εφημερίδα της κυβερνήσεως
- ημερολόγιο
- μαγ
- Ενημερωτικό περιοδικό
- Εβδομαδιαία
- όργανο
- χαρτί
- πανί
- κριτική
- σειρά
- φανζίν
- χωνεύω
- ημερήσιος
- Φανζίν
- περιοδικό μικρής κυκλοφορίας
- εικονογραφικός
- ημιμηνιαίο
- δίμηνος
- φύλλο
- συμπλήρωμα
- καρτέλα
- ταμπλόιντ
- τρις εβδομαδιαίος
Nearest Words of newsletter
- newsless => άνευ νέων
- newsflash => ειδησεογραφικό δελτίο
- newsdealer => Εφημεριδοπώλης
- newscaster => Παρουσιαστής ειδήσεων
- newscast => Δελτίο ειδήσεων
- newsbreak => Σύντομη είδηση
- newsboy => εφημεριδοπώλης
- news-book => δελτίο ειδήσεων
- newsagent => Πωλητής εφημερίδων
- news story => ειδησεογραφικό ρεπορτάζ
- news-letter => ενημερωτικό δελτίο
- newsman => δημοσιογράφος
- newsmen => δημοσιογράφοι
- newsmonger => εφημεριδοπώλης
- newspaper => εφημερίδα
- newspaper ad => Διαφήμιση σε εφημερίδα
- newspaper advertisement => Διαφήμιση σε εφημερίδα
- newspaper article => άρθρο εφημερίδας
- newspaper clipping => Απόκομμα εφημερίδας
- newspaper column => Στήλη εφημερίδας
Definitions and Meaning of newsletter in English
newsletter (n)
report or open letter giving informal or confidential news of interest to a special group
FAQs About the word newsletter
ενημερωτικό δελτίο
report or open letter giving informal or confidential news of interest to a special group
ετήσιος,δελτίο,έκδοση,περιοδικό,μηνιαίως,εφημερίδα,περιοδικό,τριμηνιαίος,εβδομαδιαία,ετήσιο βιβλίο
No antonyms found.
newsless => άνευ νέων, newsflash => ειδησεογραφικό δελτίο, newsdealer => Εφημεριδοπώλης, newscaster => Παρουσιαστής ειδήσεων, newscast => Δελτίο ειδήσεων,