Greek Meaning of periled

σε κίνδυνο

Other Greek words related to σε κίνδυνο

Definitions and Meaning of periled in English

Webster

periled (imp. & p. p.)

of Peril

FAQs About the word periled

σε κίνδυνο

of Peril

απειλούμενο,ρισκάρανε,διακυβευμένος,διακινδύνευσε,απειλούμενος,απειλούμενος,διακυβεύτηκε,απειλούμενη,απειλούμενος,τολμηρός

Φρουρούμενος,προστατευμένο,συντηρημένο,ανανεωμένος,αποθηκευμένο,προστατευμένος,προστατευμένος

peril => κίνδυνος, perijove => περικέντριο του Δία, perihelium => περιήλιο, perihelion => περιήλιο, perihelia => Περιήλιο,