Greek Meaning of jeopardized
διακυβεύτηκε
Other Greek words related to διακυβεύτηκε
Nearest Words of jeopardized
Definitions and Meaning of jeopardized in English
jeopardized (imp. & p. p.)
of Jeopardize
FAQs About the word jeopardized
διακυβεύτηκε
of Jeopardize
απειλούμενο,ρισκάρανε,απειλούμενος,διακυβευμένος,διακινδύνευσε,απειλούμενος,απειλούμενος,απειλούμενη,με κίνδυνο,περιπετειώδης
προστατευμένο,Φρουρούμενος,συντηρημένο,ανανεωμένος,αποθηκευμένο,προστατευμένος,προστατευμένος
jeopardize => θέτω σε κίνδυνο, jeopardise => θέτω σε κίνδυνο, jeoparding => θέτει σε κίνδυνο, jeoparder => παίκτης, jeoparded => διακυβεύονται,