Greek Meaning of marched (with)
πορεύτηκε (με)
Other Greek words related to πορεύτηκε (με)
- παρακείμενος
- συνορεύει με το
- συνδεδεμένο (με)
- πλαγιοκοπημένος
- προσχώρησε
- περικυκλωμένος
- συγκινημένος
- γειτνιάζω
- Επισυναμμένος σε
- χτύπησε (πάνω ή απέναντι)
- επικοινωνεί (με)
- Φραγκοί
- συνδεδεμένος (με)
- συνάντησε
- γειτονικός
- φουστα
- πλησίασε (σε κάτι)
- οριοθετημένο
- επικοινώνησε
- συγκλίνουσας
- αγκαλιάστηκε
- περικυκλωμένος
- επισυνάπτεται
- περιφραγμένο
- επισυναπτόμενο
- επενδεδυμένο
- περιθωριακός
- στεφανωμένος
Nearest Words of marched (with)
Definitions and Meaning of marched (with) in English
marched (with)
No definition found for this word.
FAQs About the word marched (with)
πορεύτηκε (με)
παρακείμενος,συνορεύει με το,συνδεδεμένο (με),πλαγιοκοπημένος,προσχώρησε,περικυκλωμένος,συγκινημένος,γειτνιάζω,Επισυναμμένος σε,χτύπησε (πάνω ή απέναντι)
No antonyms found.
march (with) => ελαύνω (μαζί με), marauders => λεηλατητές, marathons => Μαραθώνιος, maquillage => μακιγιάζ, mapping (out) => Χαρτογράφηση (έξω),