Greek Meaning of lined
επενδεδυμένο
Other Greek words related to επενδεδυμένο
- ευθυγραμμισμένος
- ευθυγραμμισμένο
- σηματοδοτημένος
- τοποθετημένος
- κατατεθέν
- ευθυγραμμισμένοι
- τοποθετημένος
- στην ουρά
- αλφαβητικά
- διατεταγμένος
- παρατεταγμένοι
- ταξινομημένος
- εμφανίζεται
- διατεθειμένος
- χαρτογραφημένος (έξω)
- οργανωμένο
- παραγγελθέντα
- οργανωμένος
- προτεραιοποιημένες
- αναλογικός
- Αλληλουχισμένη
- σετ
- αναχωρώ
- ισορροπημένος
- κωδικοποιημένος
- συνέταξε
- ίσο
- ισορροπημένος
- καλλωπισμένος
- ιεραρχικός
- διατάχθηκε
- επινοημένος
- οδήγησε
- μεγάλου βεληνεκούς
- κανονικοποιημένο
- Τυποποιημένο
- ίσιος (προς τα πάνω)
- συστηματοποιημένο
- αποκρυπτογραφημένο
Nearest Words of lined
Definitions and Meaning of lined in English
lined (s)
bordered by a line of things
(used especially of skin) marked by lines or seams
lined (a)
having a lining or a liner; often used in combination
lined (imp. & p. p.)
of Line
FAQs About the word lined
επενδεδυμένο
bordered by a line of things, (used especially of skin) marked by lines or seams, having a lining or a liner; often used in combinationof Line
ευθυγραμμισμένος,ευθυγραμμισμένο,σηματοδοτημένος,τοποθετημένος,κατατεθέν,ευθυγραμμισμένοι,τοποθετημένος,στην ουρά,αλφαβητικά,διατεταγμένος
ταραγμένος,αποδιοργανωμένος,ακατάστατος,μπερδεμένη,ανακατεμένος,τσαλακωμένος,ακατάστατος,μη ευθυγραμμισμένο
linecut => Λινοτυπία, linebacker blitzing => Μπλίτζερ αναχαίτισης, linebacker => αμυντικός μέσος, lineature => Γραμμή, lineation => Γραμμικότητα,