Greek Meaning of lineature
Γραμμή
Other Greek words related to Γραμμή
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of lineature
- linebacker => αμυντικός μέσος
- linebacker blitzing => Μπλίτζερ αναχαίτισης
- linecut => Λινοτυπία
- lined => επενδεδυμένο
- lined snake => Ριγέ φίδι
- line-drive double => Διπλό της γραμμής
- line-drive single => Γραμμή-μονό
- line-drive triple => Τρίπλο με γραμμική κίνηση
- linelike => Γραμμοειδές
- lineman => Γραμμές
Definitions and Meaning of lineature in English
lineature (n.)
Anything having outline.
FAQs About the word lineature
Γραμμή
Anything having outline.
No synonyms found.
No antonyms found.
lineation => Γραμμικότητα, lineated => γραμμώδης, lineate => Γραμμικός, line-at-a-time printer => Εκτυπωτής μιας γραμμής τη φορά, lineary => γραμμικός,