FAQs About the word manhoods

ανδρισμοί

the condition of being a human being, qualities associated with men, the condition of being an adult male as distinguished from a child or female, adult human m

Ανδρισμός,ματσίλα,μάτσο,Ανδρισμός,Ανδρισμός,ανδρισμός,παιδικότητα

θηλυκότητα,Θηλυκότητα,Θηλυκότητα,θηλυκότητα,Κοριτσίστικα χρόνια,Κοριτσίστικοτητα,θηλυπρέπεια,θηλυκότητα

manhandling => κακοποίηση, manhandled => άγριος, mangles => στριφογυρίζει, maneuvers => ελιγμοί, maneuver (around) => ελιγμός (γύρω),