Greek Meaning of lodgement
κατάλυμα
Other Greek words related to κατάλυμα
- συσσώρευση
- συναρμολόγηση
- συνάντηση
- Συσσώρευση
- συλλογή
- σωρευτική
- σωρείτες νέφες
- ανακάτεμα
- μίγμα
- σωρός
- συσσωμάτωμα
- συσσώρευση
- σύνολο
- συσσωμάτωση
- ποικιλία
- εκκρεμότητες
- κρυφή μνήμη
- ακαταστασία
- συνονθύλευμα
- συγκρότημα
- συσσωμάτωμα
- Ταμείο
- κατακερματισμός
- στοίβα
- θησαυρός
- μίγμα
- ανακάτωμα
- Απογραφή
- γατάκι
- μίγμα
- μάζα
- μεντλέι
- μυστήριο
- Μείγμα
- ποικιλόμορφος
- αυγό στη φωλιά
- καραμπόλα
- Ποτ-πουρί
- εφεδρεία
- απόθεμα
- κατάστημα
- άθροισμα
- προμήθεια
- ολότητα
Nearest Words of lodgement
Definitions and Meaning of lodgement in English
lodgement (n)
bringing a charge or accusation against someone
the state or quality of being lodged or fixed even temporarily
lodgement (n.)
See Lodgment.
FAQs About the word lodgement
κατάλυμα
bringing a charge or accusation against someone, the state or quality of being lodged or fixed even temporarilySee Lodgment.
συσσώρευση,συναρμολόγηση,συνάντηση,Συσσώρευση,συλλογή,σωρευτική,σωρείτες νέφες,ανακάτεμα,μίγμα,σωρός
No antonyms found.
lodged => καταλύει, lodgeable => κατοικήσιμος, -η, -ο, lodge in => καταλύω, lodge => καλύβα, πανδοχείο, lodestone => μαγνήτης,