FAQs About the word lexically

λεξικά

by means of words

κοινωτικός,γλωσσολογικός,γλωσσικό,ρητορική,λεκτικός,ρητορικός,Λεξιλόγιο,συνομιλίας,μακροσκελής

μη γλωσσικός,μη λεκτικός,μη λεξιλογικό

lexicalized concept => Λεξικοποιημένη έννοια, lexicalized => λεξικοποιημένο, lexicalize => λεξικοποιώ, lexicalization => λεξικοποίηση, lexicalised => λεξικοποιημένος,