FAQs About the word lexicalization

λεξικοποίηση

the process of making a word to express a concept

No synonyms found.

No antonyms found.

lexicalised => λεξικοποιημένος, lexicalise => λεξικοποιώ, lexicalisation => λεξικοποίηση, lexical semantics => Λεξική σημασιολογία, lexical meaning => Λεξική έννοια,