Greek Meaning of let on (about)

αφήνω να γίνει κατανοητό (για)

Other Greek words related to αφήνω να γίνει κατανοητό (για)

Definitions and Meaning of let on (about) in English

let on (about)

No definition found for this word.

FAQs About the word let on (about)

αφήνω να γίνει κατανοητό (για)

αποκαλύπτω,ανακαλύπτω,αποκαλύπτω,λέω,ανακοινώνω,Γυμνός,εμπιστεύομαι,αποκαλύπτω,εκθέτω,κοινοποιώ

Μανδύας,κρύβω,μεταμφίεση,κρύβω,Μάσκα,σάβανο,πέπλο,κάλυμμα (πάνω),καμουφλάζ,περιβάλλω

lessors => εκμισθωτές, lessons => μαθήματα, lessens => λιγότερο, lessees => μισθωτές, lesions => βλάβες,