Greek Meaning of lessees
μισθωτές
Other Greek words related to μισθωτές
Nearest Words of lessees
- lessens => λιγότερο
- lessons => μαθήματα
- lessors => εκμισθωτές
- let on (about) => αφήνω να γίνει κατανοητό (για)
- let someone know => ενημερώστε κάποιον
- let the cat out of the bag (about) => Βγάλω το φίδι απ' την τρύπα (για)
- let up (on) => χαλάρωσε (κάτι)
- letdowns => απογοητεύσεις
- lets => ας
- lets up => ας το αφήσουμε
Definitions and Meaning of lessees in English
lessees
a person who has possession of real or personal property under a lease, one that holds real or personal property under a lease, a tenant of real property under a lease, a person holding or occupying property under a lease
FAQs About the word lessees
μισθωτές
a person who has possession of real or personal property under a lease, one that holds real or personal property under a lease, a tenant of real property under
ενοικιαστές,ενοικιαστές,ενοικιαστές,κάτοικοι,συγκάτοικοι,επισκέπτες,οι επισκέπτες,επιβάτες,κάτοικοι,συγκάτοικοι
Γαιοκτήμονες,ιδιοκτήτες,γαιοκτήμονες,εκμισθωτές,γράμματα,ιδιοκτήτες,Λόρδοι,διοργανωτές,πανδοχείς,Ενοικιοδότριες
lesions => βλάβες, leprechauns => σκαντζόχοιροι, leprechaunish => ξωτικοειδής, Leninite => Λενινιστής, Leninist => Λενινιστής,