FAQs About the word roomers

συγκάτοικοι

one who occupies a rented room in another's house, lodger

ενοικιαστές,ενοικιαστές,οι επισκέπτες,μισθωτές,ενοικιαστές,κάτοικοι,συγκάτοικοι,επισκέπτες,επιβάτες,κάτοικοι

ιδιοκτήτες,γαιοκτήμονες,εκμισθωτές,γράμματα,ιδιοκτήτες,Λόρδοι,Γαιοκτήμονες,διοργανωτές,πανδοχείς,Ενοικιοδότριες

room(s) => δωμάτιο(α), rooks => πύργοι, roofs => στέγες, romps => γελά, Romeos => Ρωμαίοι,