Greek Meaning of leaned (on or against)
στραμμένος (προς ή εναντίον)
Other Greek words related to στραμμένος (προς ή εναντίον)
Nearest Words of leaned (on or against)
- leaned (toward or towards) => επικλινής (προς ή προς)
- leaning (on or against) => ακουμπισμένος (σε ή πάνω σε κάτι)
- leaning (toward or towards) => κεκαμμένος (προς ή προς)
- leanings => κλίσεις
- leans => γέρνει
- lean-tos => καταλύματα
- leapfrogged => ξεπέρασε
- leapfrogging => πηδάω μπροστά
- leaps => άλματα
- learners => μαθητές
Definitions and Meaning of leaned (on or against) in English
leaned (on or against)
No definition found for this word.
FAQs About the word leaned (on or against)
στραμμένος (προς ή εναντίον)
τρύπα (κάτω),εξαναγκασμένος,εξαναγκαστικός,σταθμισμένο,μπουλντόζα,συμπιεσμένος,καταθλιπτικός,μαρμελάδα,μυώδης,πιεσμένος
No antonyms found.
lean (toward or towards) => Λιγνός (προς ή προς), lean (on or against) => στηρίζω, leaks => διαρροές, leakers => Διαρροές, leak (out) => διαρροή (έξω),