Greek Meaning of labor camps

στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας

Other Greek words related to στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας

Definitions and Meaning of labor camps in English

labor camps

a camp for migratory laborers, a penal colony where forced labor is performed

FAQs About the word labor camps

στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας

a camp for migratory laborers, a penal colony where forced labor is performed

μεγάλα σπίτια,Μάντρες ταύρων,στρατόπεδα συγκέντρωσης,στρατόπεδα φυλακών,στρατόπεδα εργασίας,βαπτιστήρια,σπίτι εξάλειψης,μπρίκια,κλουβιά,φυλακές

No antonyms found.

labels => ετικέτες, la dolce vita => la dolce vita (Greek: η dolce vita), kvetchy => γκρινιάρης, kvetching => γκρινιάζω, kvetches => γκρινιάζει,