Greek Meaning of jammer

Ενάντιος

Other Greek words related to Ενάντιος

Definitions and Meaning of jammer in English

Wordnet

jammer (n)

a transmitter used to broadcast electronic jamming

FAQs About the word jammer

Ενάντιος

a transmitter used to broadcast electronic jamming

στενόχωρο πέρασμα,Συνωστισμός,μποτιλιάρισμα,γρυλίζω,αντίγραφο ασφαλείας,καθυστέρηση,κλειδαριά,μπλοκάρισμα,πίσω μπάκ,Μπερδέματα

σαφής,δωρεάν,κούφιο (μέσα),ανοίγω,ξεβιδώνω,άδειος,ανασκάπτω,ανοίγω,σκαλίζω (έξω),ξεμπλοκάρω

jammed => μαρμελάδα, jamjar => βάζο μαρμελάδας, jamison => τζαμίσον, jamestown weed => Χόρτο Jamestown, jamestown => Τζέιμσταουν,