FAQs About the word logjam

μπλοκάρισμα

any stoppage attributable to unusual activity, an immovable mass of logs blocking a river

στενόχωρο πέρασμα,Συνωστισμός,μαρμελάδα,αντίγραφο ασφαλείας,κυκλοφοριακό κομφούζιο,μποτιλιάρισμα,γρυλίζω,πίσω μπάκ,καθυστέρηση,κλειδαριά

No antonyms found.

logistics => εφοδιασμός, logistician => Εφοδιαστής, logistical => λογιστικός, logistic support => Λογιστική υποστήριξη, logistic assistance => υλικοτεχνική συνδρομή,