Greek Meaning of hoo-ha

φασαρία

Other Greek words related to φασαρία

Definitions and Meaning of hoo-ha in English

Wordnet

hoo-ha (n)

a disorderly outburst or tumult

FAQs About the word hoo-ha

φασαρία

a disorderly outburst or tumult

αναστάτωση,διαταραχή,ντόρος,θόρυβος,ανακατεύω,καταιγίδα,αναταραχή,φασαρία,θόρυβος,φλυαρία

Ήρεμος,σιωπήστε,Ειρήνη,ήσυχος,ανάπαυση,ηρεμία,γαλήνη,ηρεμία,παραγγελία,ηρεμία

hoofs => οπλές, hoofprint => ίχνος οπλής, hoof-mark => Ιχνος οπλής, hooflike => οπληφόρος, hoofless => Χωρίς οπλές,